Η "Ηλέκτρα" του σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη
Μιά ταινία που έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου. Δεν είναι τυχαίο πως την χρονιά της προβολής της, 1962, η ταινία απέσπασε το βραβείο καλύτερης κινηματογραφικής μεταφοράς στο Φεστιβάλ των Καννών, ενώ ήταν υποψήφια για το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.
"Ο σκοπός μου δεν ήταν να ανεβάσω ένα θεατρικό έργο μπροστά στις κάμερες, αλλά να κάνω μια τραγωδία ταινία. Μια ταινία που θα ανταποκρινόταν σε τέτοιο βαθμό στις προθέσεις του Ευριπίδη , ώστε θα μπορούσε να σταθεί από μόνη της δίχως την αναφορά στο έργο. Μ΄ αυτό δεν υπαινίσσομαι έλλειψη σεβασμού, αλλά το πάντρεμα δύο πραγμάτων που απαιτούσαν σεβασμό - το πνεύμα του θεατρικού έργου και τα μέσα έκφρασης του δημιουργού- σε ένα ακέραιο και , στη νέα του μορφή, πρωτότυπο έργο"
Μιχάλης Κακογιαννης (11 Ιουνίου 1921-2011)
Διατηρώντας στη τανία την ουσία του έργου του Ευριπίδη ατόφια, ο Κακογιάννης έκανε πολλές περικοπές του κειμένου, σε αφηγηματικές συμπυκνώσεις και δομικές αναδιατάξεις. Στο σενάριο περιορίστηκαν οι εκτεταμένοι μονόλογοι, οι λυρικές αναδρομές του χορού στο μυθολογικό παρελθόν κ.ά Παρ΄ όλα αυτά, ο λόγος, ως καίριο εκφραστικό μέσο της ταινίας, κατόρθωσε, να διατηρήσει σ΄ ένα μεγάλο βαθμό την ποιητική υφή της τραγωδίας με μια λεπτή ισορροπία μεταξύ λυρικής αφήγησης και σκηνογραφικού ρεαλισμού.
Πηγή Φωτογρ. από
Δήμητρα Νίνου 11/6/2014 ·
Η αφίσα της ταινίας κατά την προβολή της στην Γαλλία.
Η Ηλέκτρα είναι μία από τις γνωστότερες παραγωγές της Φίνος Φιλμ σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη. Γυρίστηκε το 1962 και βασίστηκε στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη. Υπήρξε υποψήφια για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας την ίδια χρονιά, ενώ κέρδισε το βραβείο καλύτερης κινηματογραφικής μεταφοράς στο Φεστιβάλ των Καννών.
Συνολικά κέρδισε περισσότερες από 24 τιμητικές διακρίσεις και βραβεία. Οι κριτικές της ταινίας υπήρξαν ενθουσιώδεις και με θετικά σχόλια αναφέρθηκαν στο συγκεκριμένο έργο του Κακογιάννη οι «New York Times», που θεωρούν την «Ηλέκτρα» «εκθαμβωτική εκμετάλλευση του κινηματογραφικού μέσου που μετουσιώνει το χρυσάφι της προφορικής ποίησης σε μια άλλη μορφή τέχνης». Για τη «Le Monde» το συνολικό έργο «ήταν ένα εκπληκτικό κατόρθωμα, μια ταινία συγκλονιστική, που βγάζει από τον καθένα μας ό,τι καλύτερο έχει μέσα του». Η μουσική επένδυση της ταινίας έγινε από τον Μίκη Θεοδωράκη, ενώ τα σκηνικά και τα κοστούμια ήταν δουλειά του Σπύρου Βασιλείου
Ταυτότητα ταινίας
Έτος παραγωγής: 1962
Είδος: δράμα
Διάρκεια: 107 λεπτά
Χρώμα: ασπρόμαυρο
Σκηνοθεσία:
Μιχάλης Κακογιάννης
Σενάριο:
Μιχάλης Κακογιάννης
Μουσική:
Μίκης Θεοδωράκης
Παραγωγή:
Φίνος Φίλμ,
Μιχάλης Κακογιάννης','
United Artists(USA)
Φωτογραφία:
Walter Lassally
Ηθοποιοί:
Ειρήνη Παππά (Ηλέκτρα),
Γιάννης Φέρτης (Ορέστης),
Αλέκα Κατσέλη (Κλυταιμνήστρα),
Μάνος Κατράκης,
Νότης Περγιάλης (χωρικός-σύζυγος της Ηλέκτρας),
Τάκης Εμμανουήλ,
Θεανώ Ιωαννίδου (κορυφαία του χορού),
Θεόδωρος Δημήτριεφ (Αγαμέμνων) ως Theodore Demetriou,
Φοίβος Ραζής (Αίγισθος)
Η κινηματογραφική απόδοση
Για την κινηματογραφική απόδοση της «Ηλέκτρας» από το Μιχάλη Κακογιάννη ο Αντώνης Μοσχοβάκης έγραψε: «Η Ηλέκτρα αυτή θα πάρει θέση στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου ως υπόδειγμα μεταφοράς μιας αρχαίας τραγωδίας στην οθόνη, με πιστότητα στο πνεύμα και στη γραμμή του αρχαίου ποιητή, αλλά και χωρίς συμβιβασμό του κινηματογράφου»
[1]. Είναι, επίσης, σημαντικό να αναφέρουμε πως τη χωροχρονική στιγμή που προκύπτει η συγκεκριμένη ταινία, ο ελληνικός κινηματογράφος δε βρίσκεται στην καλύτερη φάση του. Οι ταινίες που προβάλλονται αποτελούν ανόητα συναισθηματικά ή «κοινωνικά» μελό και παράγονται σε πρόχειρα studio με υποτυπώδη εξοπλισμό
[2]. Ο Κακογιάννης είναι από τους πρώτους καλλιτέχνες που μετέφεραν την αρχαία
τραγωδία στο χώρο της έβδομης τέχνης.
Ο σκηνοθέτης Κακογιάννης και οι καλλιτεχνικές του παρεμβάσεις
Αν και ο Μιχάλης Κακογιάννης ήρθε στην Ελλάδα από την Κύπρο, αυτό δεν επηρέασε ουσιαστικά τις δημιουργίες του, ώστε να μπορεί κανείς να του προσάψει μειωμένη ελληνικότητα
[3]. Προερχόταν από μια πολύπαθη περιοχή και είχε ανάλογα βιώματα από τραγικές εμπειρίες και κατοχή. Εκείνο που δεν είχε βιώσει απόλυτα, ήταν οι αγωνίες και τα πρόσφατα προβλήματα της ελληνικής πραγματικότητας. Αυτός είναι και ο λόγος που σε πρώτη φάση, προσέγγισε τα δρώμενα μέσω της αστικής ηθογραφίας που ήταν παρούσα, έτσι και αλλιώς, από την τέχνη του θεάτρου αλλά και τη λογοτεχνίας του μεσοπολέμου. Στην πορεία της προσπάθειάς του και μετά από διάφορους καλλιτεχνικούς πειραματισμούς, προσανατολίστηκε στον Ευριπίδη και αποφάσισε να δημιουργήσει ταινίες με θέματα τις τραγωδίες του αρχαίου τραγικού, για τον οποίο δηλώνει ότι λάτρεψε. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο σκηνοθέτης αυτοαποκαλείται «ευριπιδικός».
Ως σκηνοθέτης, κατά τους ειδικούς, διακρινόταν από μια τάση για εκσυγχρονισμό και εκλαΐκευση των θεμάτων του, όπως επίσης και για τη χρήση τραγικών στοιχείων. Στην Ηλέκτρα, του Ευριπίδη, η τάση του αυτή συνεργάστηκε πολύ καλά με τις δυνατότητες του κειμένου. Σε ό,τι δεν προσφερόταν από το κείμενο ο Κακογιάννης με δεξιοτεχνικό τρόπο το διαμόρφωνε και το έφερνε στα μέτρα του, εφόσον, μάλιστα το μετέφρασε από την αρχή. Το όλο επιχείρημα, ολοκληρώθηκε «με τη μεταφορά της δράσης στην ανοιχτή φύση»
[4], στην αγροτική και απλοϊκή επαρχία, παρέχοντας με αυτόν τον τρόπο τον πρώτο λόγο στον κινηματογραφικό φακό. Ο κινηματογραφικός φακός αποτέλεσε και τον οδηγό της ταινίας για τα μάτια του θεατή, απαλλαγμένος από τα σκηνικά που απαιτούνταν για μια θεατρική παράσταση. Έτοιμο σκηνικό αποτέλεσαν τα ερείπια του παλατιού, οι αγροτικές κατοικίες οι καλλιεργημένοι αγροί, αποσπάσματα από τη φύση. Επίσης, οι καιρικές συνθήκες που ο φακός μπορεί να συλλαμβάνει και να αναδεικνύει. Η μέρα, η νύκτα, τα σύννεφα, ο αέρας, πέρα από τις εναλλαγές που δημιουργούσαν στο τοπίο-σκηνικό, μπορούσαν να τονίζουν κατά περίπτωση και τα συναισθήματα των ηθοποιών.
Η «Ηλέκτρα» ως κινηματογραφικό θέμα
Ο Κακογιάννης διαλέγοντας την ευριπίδεια Ηλέκτρα και όχι τη γνωστότερη, ομότιτλή της του Σοφοκλή, εξασφάλισε την πιο λιτή όσο και πιο κοντά στα ανθρώπινα από τις αρχαίες τραγωδίες. Μακριά από τα μεγαλοπρεπή σκηνικά των μυκηναϊκών ανακτόρων (όπως συμβαίνει στον Σοφοκλή), αποτραβηγμένη σε ένα αγροτικό περιβάλλον, παντρεμένη με έναν χωρικό, η Ηλέκτρα του Ευριπίδη είναι πιο ανθρώπινη, λιγότερο μοιραία και ως χαρακτήρας πιο πολύπλευρη από αυτήν του Σοφοκλή. Στον Σοφοκλή είναι απόλυτα ταγμένη στις θεϊκές προσταγές, στη μοίρα και υφίσταται μόνο και μόνο για να συνεργήσει στο έγκλημα της μητροκτονίας. Απαλλαγμένη η ταινία από εμμονές σε μια αρχαιότροπη αναπαράσταση, εκτυλίσσεται σε λιτούς και οικείους χώρους αγροτικών τοπίων και, το κυριότερο, διατηρώντας αναλλοίωτο το πνεύμα του έργου, καταργεί το ζήτημα του
χρόνου, κάνοντας την Ηλέκτρα μια διαχρονική -ακόμα και σύγχρονη- τραγωδία. Ο ίδιος άλλωστε ανέφερε χαρακτηριστικά: «Δε δοκίμασα να αναδημιουργήσω την Ηλέκτρα μέσα στο χρόνο, αλλά να τη γυμνώσω από το χρόνο. Δεν αναζήτησα δεσμούς ανάμεσα στην αρχαία και τη σύγχρονη Ελλάδα με βάση την ομοιότητα, αλλά την ουσιώδη ταυτότητα - περισσότερο τη συνέχεια της ζωής παρά την απλή επιβίωση. Με αυτή την έννοια, η ταινία οφείλει σχεδόν τα πάντα σ’ αυτό το κομμάτι της σημερινής Ελλάδας που μοιάζει διαχρονικό»
[5]. Τα λιτά κοστούμια και σκηνικά συμβάλλουν σημαντικά προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς λειτουργούν αφαιρετικά σε τέτοιο βαθμό, που είναι δύσκολη η οποιαδήποτε αναγωγή σε συγκεκριμένη εποχή. Η Ηλέκτρα (την οποίαν υποδύεται η Ειρήνη Παππά) θα εκδικηθεί το φόνο του πατέρα και δε θα μετανιώσει για το έγκλημά της, ενώ η
Κλυταιμνήστρα (Αλέκα Κατσέλη), επιφανειακά ασφαλής πίσω από την εξουσία της, στο βάθος είναι τρομοκρατημένη από την πιθανότητα της εκδίκησης. Παρατηρούμε πρόσωπα που παύουν να είναι μοιρολατρικοί εκτελεστές θεϊκών εντολών και άκαμπτα στις επιταγές του πεπρωμένου. Αντίθετα, σε όλη τη διάρκεια του έργου διακρίνουμε θεληματικά άτομα που πράττουν, αμφιβάλλουν και -προπαντός- ενεργούν αυτόβουλα.
Η εξέλιξη της πλοκής στην ταινία
Όσον αφορά στην ίδια την ταινία, η υπόθεση ξεκινά με τον Αγαμέμνονα (Θεόδωρο Δημήτριεφ) να επιστρέφει νικητής από τον Τρωικό Πόλεμο, για να σφαχτεί στο λουτρό του από την Κλυταιμνήστρα και τον Αίγισθο. Εδώ πρέπει να αναφέρουμε, παρατηρώντας με προσοχή, πως ο σκηνοθέτης αποφεύγει την ανάδειξη των βίαιων σκηνών, καθώς δε φαίνεται σε καμιά περίπτωση η δολοφονία ως πράξη στα μάτια του θεατή, ούτε στην περίπτωση του Αγαμέμνονα, ούτε –αργότερα– στην περίπτωση της δολοφονίας του Αίγισθου από τον Ορέστη. Χρόνια αργότερα, το βασιλικό ζεύγος παντρεύει επίτηδες με έναν χωρικό την ενήλικη πλέον Ηλέκτρα, για να της στερήσει τη δυνατότητα της εκδίκησης. Εκείνη αναρωτιέται τι απέγινε ο αδελφός της Ορέστης, τον οποίο έχει επικηρύξει ο Αίγισθος. Ο Ορέστης εμφανίζεται ανεπίσημα στο βασίλειο μαζί με το φίλο του, Πυλάδη (Τάκη Εμμανουήλ), και συναντά την Ηλέκτρα, χωρίς να αποκαλύψει την ταυτότητά του. Επίσης κατά την προβολή της ταινίας παρατηρούμε, σε αυτό το σημείο όπως και σε άλλα, πως οι διάλογοι είναι μικροί, μεταξύ των πρωταγωνιστών, καθώς σε πολλές περιπτώσεις η εστίαση του κινηματογραφικού φακού βοηθά να καταλάβουμε την εξέλιξη της υπόθεσης χωρίς λόγια. Είναι σημαντική για αυτό το αποτέλεσμα και η επιλογή των ηθοποιών (το κασέ), κάτι που ο ίδιος ο Κακογιάννης επεξεργαζόταν με προσοχή, όπως ανέφερε και ο ίδιος σε συνέντευξη του. Τα μεγάλα μάτια της Ειρήνης Παππά, τα έντονα φρύδια της δεν τα κάλυπτε. Απεναντίας τα τόνιζε και τα χρησιμοποιούσε ως βασικό χαρακτηριστικό των προσώπων για την ανάδειξη του ρόλου. Το καλοκάγαθο –εκ του φυσικού– ύφος του Νότη Περιγιάλη (συζύγου της Ηλέκτρας στην ταινία), αλλά και η ιδιαίτερη μορφή του Μάνου Κατράκη ως βοσκού, προσθέτουν ακόμη περισσότερο στον έντονο χαρακτήρα των ρόλων που υποδύονται οι ηθοποιοί. Στην περίπτωση του αγρότη-συζύγου δε, ο ίδιος ο σκηνοθέτης αναφέρει: «Βάζοντας στο στόμα τους μερικούς στίχους απ’ τον εισαγωγικό μονόλογο του αγρότη-συζύγου, προσπάθησα να ξεπεράσω τη σύμβαση του σκηνικού στησίματος και να δώσω επίσης την αίσθηση της καταπίεσης που έπνιγε τη χώρα, ταυτίζοντας τον σύζυγο με μια ολόκληρη τάξη ανθρώπων»
[6].
Κατά την εξέλιξη της τραγωδίας, καθώς η Ηλέκτρα προσκαλεί στο σπιτικό της τον Ορέστη (Γιάννη Φέρτη), αναγνωρίζεται από το γέρο-παιδαγωγό τους (Μάνο Κατράκη). Και εδώ οι σκηνές είναι πλούσιες σε φωτογραφία και κινηματογραφικές λήψεις, που σκοπό έχουν τη μεγέθυνση του δράματος που βιώνουν οι πρωταγωνιστές. Από εκεί και μετά τα αδέλφια σχεδιάζουν την εκδίκηση τους, την οποία θα εκτελέσουν, με τον Ορέστη και τον Πυλάδη να παριστάνουν τους Θεσσαλούς προσκυνητές στη γιορτή του κρασιού, βρίσκοντας την ευκαιρία να πλησιάσουν και να σκοτώσουν τον Αίγισθο (Φοίβο Ραζή). Η κίνηση των προσώπων και των ματιών με το φυσικό τοπίο ως φόντο, προκαλεί ιδιαίτερα συναισθήματα στον θεατή, όπως επίσης όταν ο χορός παρεμβαίνει με την παρουσία και το λόγο του. Αν και η δράση του είναι μειωμένη σε αναλογία με αυτή του θεάτρου, ωστόσο ο Κακογιάννης τον τοποθετεί σε στιγμές πολύ χαρακτηριστικές για την εξέλιξη της υπόθεσης. Ένα πρωτοποριακό στοιχείο που εφαρμόζει στην ταινία, είναι η παρουσία ενός χορού Ποντίων. Αν και χρονικά δε συμφωνεί με την τραγωδία, ωστόσο συμβάλλει
ψυχολογικά στη δραματική εξέλιξη που πρόκειται να ακολουθήσει με το θάνατο του Αίγισθου. Στην πορεία του δράματος η Ηλέκτρα προσκαλεί την Κλυταιμνήστρα στο σπίτι της, λέγοντας ψέματα ότι γέννησε γιο (καθώς πιο πριν η ίδια έχει αναφέρει στον Ορέστη ότι ο άνδρας της δεν την έχει καν αγγίξει). Όλο το σκηνικό προετοιμάζεται ξανά από το χορό, την κίνηση και το λόγο του και από τα στοιχεία της φύσης, από όλο το οπτικοακουστικό δυναμικό του κινηματογραφικού δυναμικού, για ένα ακόμη τραγικό γεγονός. Ο Ορέστης διστάζει, αλλά κάτω από την προτροπή της Ηλέκτρας τα δύο αδέλφια σκοτώνουν τη μητέρα τους. Και σε αυτή την περίπτωση δεν βλέπουμε κάποια αιματηρή σκηνή, αλλά ο τρόπος της εκτέλεσης μας μεταφέρεται δια στόματος του Ορέστη, καθώς και με την βοήθεια του κινηματογραφικού φακού, που εστιάζει στα χαρακτηριστικά και τις εκφράσεις των παρευρισκόμενων πρωταγωνιστών. Τα δάκρυα γίνονται πιο έντονα μέσω του φακού, η τραγικότητα των προσώπων, η απόγνωσή τους για τις πράξεις τους ως μητροκτόνοι.
Στην τελευταία σκηνή κάτω από έναν ανταριασμένο, γεμάτο σύννεφα ουρανό, ο καθένας παίρνει το δρόμο του, ενώ ο Πυλάδης ακολουθεί την Ηλέκτρα κατά τη βούληση του φίλου του
Ορέστη. «Δεν υπάρχει κι ούτε θα φανεί ποτέ, γενιά τόσο βαριόμοιρη, δυστυχισμένη». Αυτά είναι τα λόγια που αναφωνεί η κορυφαία του χορού, κλείνοντας με χαρακτηριστικό τρόπο τη σκηνή της αποχώρησης. Σε αντίθεση με το θεατρικό έργο, εδώ δεν υφίσταται ο από μηχανής θεός ως τελική παρέμβαση. Τις τεχνικές αυτές εφάρμοσε συνειδητά ο Κακογιάννης και ανέφερε για αυτό, αλλά και για τη συμπεριφορά του χορού μέσα στην ταινία: «Έκοψα ορισμένες λυρικές αναδρομές στη μυθολογία που κάνει ο Χορός (έχει κανείς την αίσθηση πως ο Ευριπίδης, επιμένοντας στη σύγκρουση των χαρακτήρων, δεν πολυχρησιμοποιεί δραματουργικά το Χορό), καθώς και την τελική παρέμβαση του από μηχανής θεού».
Η πρωτοτυπία του σκηνοθέτη
Στο βιβλίο του Notes sur le cinématographe (1975), ο Robert Bresson αναφέρεται στις «τρομερές θεατρικές συνήθειες» και τον τρόπο που παρεμβαίνουν στο κινηματογραφικό έργο, όταν γίνεται μεταφορά της θεατρικής σκηνής στο πανί
[7]. Ωστόσο, τούτη η σημείωσή του δεν είναι απόλυτη απάρνηση των σχέσεων μεταξύ του κινηματογράφου και του θεάτρου. Είναι μια υπενθύμιση για το πώς προδίδεται ο κινηματογράφος όταν υποκύπτει ο σκηνοθέτης στην απλή αναπαραγωγή του θεάτρου στην κινηματογραφική σκηνή. Όταν ο κινηματογράφος και το θέατρο συγχωνεύονται δημιουργικά, τούτο δεν υφίσταται, γιατί η επιδεξιότητα και η ευαισθησία του σκηνοθέτη δημιουργεί κάτι πρωτότυπο μέσω του κινηματογραφικού φακού. Ο κινηματογράφος υπάρχει εξαιτίας αυτού που δημιουργεί με τρόπο αυθεντικό και όχι γιατί προσαρμόζει προϋπάρχοντα πρότυπα.
Η επιδεξιότητα του Κακογιάννη επιδεικνύεται στην επιλογή του να φιλμάρει το έργο του σε άσπρο μαύρο, τονίζοντας ιδιαίτερα το την αίσθηση του
μύθου, κάτι που αναγνωρίσαμε στις τεχνικές της σέπιας του ρωσικού κινηματογράφου. Ένα ακόμα στοιχείο του είναι τα μακρά διαστήματα σιωπής και ένας ''αντιθεατρικός'' αλλά αποτελεσματικός χορός ντυμένος ομοιόμορφα στα μαύρα.
Παρόλο που η ταινία είναι κοντά στο θεατρικό δράμα, ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει κάνει τις δικές του παρεμβάσεις στις σκηνές που αφορούν στην άφιξη του
Αγαμέμνονα και τη διάσωση του νεαρού
Ορέστη. Επίσης, ο θάνατος του Αίγισθου πραγματώνεται σε μια γιορτή του
Βάκχου, παρά ως υπηρεσία προς τιμήν των
Νυμφών.
Συμπεράσματα
Η μεταφορά του αρχαίου δράματος από τον Κακογιάννη στον κινηματογράφο ήταν μια χαρακτηριστική καλλιτεχνική παρέμβαση στον κόσμο της έβδομης τέχνης τουλάχιστον όσον αφορά στην μετέπειτα εξέλιξη του ελληνικού κινηματογράφου. Σαφώς η εισαγωγή νέων τρόπων ανάδειξης τέτοιων έργων με άλλα μέσα, εκτός θεατρικού χώρου, αποτέλεσαν πρωτοπορία που άλλοτε έγινε αποδεκτή και άλλοτε όχι. Ωστόσο και μέσα στην Ελλάδα, αλλά και σε όλο τον κόσμο αργότερα, αντιλαμβανόμαστε από το ενδιαφέρον που έδειξαν τα μέσα ενημέρωσης αλλά και όλοι οι καλλιτεχνικοί φορείς, ότι αποτέλεσαν ποιοτικές παραγωγές υψηλού επιπέδου. Με τη δημιουργική προσπάθεια του Μιχάλη Κακογιάννη, ο ελληνικός κινηματογράφος άλλαξε σελίδα και το σημαντικότερο, απόκτησε ποιότητα σε μια εποχή αμφίβολη για την παραγωγή πνευματικών αγαθών τέτοιου είδους. Οι δημιουργίες του αποτελούν σημαντική παρακαταθήκη και σημείο έμπνευσης για τους νεότερους σκηνοθέτες και δημιουργούς ανάλογων έργων. Μπορούμε να τονίσουμε, κλείνοντας αυτή την εργασία, την αξία ταινιών όπως η Ηλέκτρα, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη τα λιγοστά τεχνικά μέσα που διέθεταν οι τεχνικοί του κινηματογράφου στην συγκεκριμένη εποχή.
Βραβεία - διακρίσεις
3 βραβεία στο
Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1962 (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, α' γυναικείου ρόλου.
Βραβεία Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, α` γυναικείου ρόλου, β` γυναικείου ρόλου, β` ανδρικού ρόλου και μουσικής).
2 βραβεία στο
Φεστιβάλ των Καννών 1962 (κινηματογραφικής μεταφοράς και ηχητικής επένδυσης).
Αργυρή Δάφνη στο
Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου 1963.
Ειδικό Βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ακαπούλκο 1962.
Δίπλωμα Αξίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Εδιμβούργου 1962.
Βραβείο Femina στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βελγίου 1963.
Υποψήφια για
όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας 1963.
Βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ της Διεθνούς Ένωσης Νέων Γαλλίας.
2 βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Αμβέρσας 1964 (κριτικής επιτροπής και κινηματογραφικού τύπου).
Βραβείο καλύτερης ταινίας από τους αντιπροσώπους διεθνούς τύπου στο Φεστιβάλ Βαλκανικού Κινηματογράφου 1964.
Παραπομπές σημειώσεις
1. Σολδάτος Γιάννης, 1999, 293.
2
. Μοσχοβάκης, 1997, 17.
3.Μοσχοβάκης 1997, 21.
4. Μοσχοβάκης 1997, 31.
5 Μιχάλης Κακογιάννης «The Observer», Μάρτιος 1963.
6 Από το αυτοαναφορικό κείμενο κείμενο που γράφτηκε το 1979, στα αγγλικά. Η μετάφραση του Μίλτωνα Παπαδάκη πρωτοδημοσιεύτηκε από τον οίκο Καστανιώτη στην έκδοση «Δηλαδή...» του Μιχάλη Κακογιάννη.) Βλ.
http://www.cinemad.gr/content/view/735/18/, ανακτήθηκε 10 Μαρτίου, 2008.
7 Robert Bresson 1975, 76.
Βιβλιογραφία
Bresson Robert 1975, Notes sur le cinématographe (Broché), Gallimard, Paris.
Κακογιάννης Μιχάλης 1963, «The Observer», Μάρτιος.
Μοσχοβάκης, Αντώνης 1997, Μιχάλης Κακογιάννης: από την Ηθογραφία στην Τραγωδία, Καστανιώτης, Αθήνα.
Σολδάτος Γιάννης, 1999, Ιστορία του Ελληνικού Κινηματογράφου 1900-1967, τομ Α΄Αιγόκερως, Αθήνα.
Ελίζα-Αννα Δελβερούδη, "Μια τραγωδία και μια ταινία. Η Ηλέκτρα του Μιχάλη Κακογιάννη", Νίκος Καραναστάσης (επιμ.), Κύκλος Ηλέκτρα, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών 2007, σ. 25-33.
Μιχάλης Κακογιάννης
Ο Μιχάλης Κακογιάννης (11 Ιουνίου 1921 - 25 Ιουλίου 2011) ήταν Έλληνας Κύπριος ηθοποιός και σκηνοθέτης της αγγλική σκηνής την περίοδο 1941 με 1951, ενώ ήταν διευθυντής της Κυπριακής Ώρας στο BBC την ίδια περίοδο και ως ηθοποιός στο αγγλικό θέατρο από το 1945 έως το 1951. Από το 1951, που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου αφιερώθηκε στη σκηνοθεσία θεατρικών παραστάσεων και από το 1952, στον ελληνικό κινηματογράφο. Τιμήθηκε με πολλά βραβεία σκηνοθεσίας. Μιλούσε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά και ήταν μόνιμος κάτοικος της Πλάκας. Απεβίωσε στις 25 Ιουλίου 2011, μετά από δέκα μέρες νοσηλείας
[1].
Ο Μιχάλης Κακογιάννης, γιος της Αγγελικής και του Παναγιώτη Κακογιάννη, γεννήθηκε στη Λεμεσό της Κύπρου, στις 11 Ιουνίου του 1921, και σπούδασε Νομική, Δραματικές Τέχνες και σκηνοθεσία στο Λονδίνο. Σχεδόν ολόκληρο το διάστημα που βρισκόταν στο Λονδίνο, εργάστηκε στην ελληνική υπηρεσία του BBC, στην αρχή ως μεταφραστής και εκφωνητής, και αργότερα, σε ηλικία μόλις 22 χρόνων, ανέλαβε τη διεύθυνση της Κυπριακής Ώρας.
Το 1947, ξεκίνησε την καριέρα του στο Θέατρο της Αγγλίας ως ηθοποιός, γρήγορα όμως τον κέρδισε η σκηνοθεσία και το 1951 ήρθε στην Ελλάδα. Το 1954, με την κινηματογραφική ταινία «
Κυριακάτικο ξύπνημα», ο Μιχάλης Κακογιάννης έκανε την αρχή της διεθνούς σκηνοθετικής του καριέρας. Η «
Στέλλα», το «
Κορίτσι με τα μαύρα», το «
Τελευταίο ψέμα» η τριλογία του: «
Ηλέκτρα», «
Τρωάδες» και «
Ιφιγένεια» και ο "
Αλέξης Ζορμπάς" είναι μερικές μόνο από τις ταινίες του που διαγωνίστηκαν και προβλήθηκαν στα εγκυρότερα φεστιβάλ παγκοσμίως και απέσπασαν πολλά βραβεία και τιμητικές διακρίσεις. Στις ταινίες του συνεργάστηκε με μεγάλους Έλληνες ηθοποιούς, αλλά και με γνωστούς και καταξιωμένους ηθοποιούς της Αμερικής και της Ευρώπης.
Πέρα από τη σκηνοθεσία στον κινηματογράφο, σε εγχώριες αλλά και διεθνείς συμπαραγωγές, ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει επίσης σκηνοθετήσει πολλές θεατρικές παραστάσεις και παραστάσεις όπερας στην Ελλάδα, τις Η.Π.Α., τη Γαλλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Έχει, επίσης, γράψει και έχουν εκδοθεί σενάρια και μεταφράσεις κινηματογραφικών και θεατρικών έργων, ενώ έχει γράψει και στίχους γνωστών ελληνικών τραγουδιών.
Αξιοσημείωτο είναι το ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους που γύρισε στη μαρτυρική Κύπρο σχετικά με τη βίαιη τουρκική εισβολή "Αττίλας '74". Με θάρρος και υπομονή, κατόρθωσε να αποτυπώσει όλα σχεδόν τα γεγονότα που οδήγησαν στην τραγωδία της Κύπρου. Με συνεντεύξεις από ανθρώπους όπως τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, το Νίκο Σαμψών και άλλους ηγετικούς και μη παράγοντες, όπως και από πλήθος αστέγων και βασανισμένων, εξιστόρησε σχεδόν από την αρχή τα πάθη του Ελληνοκυπριακού λαού, όπως και την τροπή που πήρε η τουρκική εισβολή μετά την επιβολή του πραξικοπήματος στο νησί και την εκδίωξη του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου από τα ηνία της Κυπριακής κυβέρνησης. Το ντοκιμαντέρ "Αττίλας '74" βραβεύθηκε στη Φλωρεντία ως το καλύτερο Ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους για το έτος 1974.
Έργο του Μιχάλη Κακογιάννη είναι και ο νυχτερινός φωτισμός των μνημείων της Ακροπόλεως, τον οποίο εκείνος πρώτος οραματίσθηκε και για την επίτευξη του οποίου ίδρυσε το σύλλογο «
Οι Φίλοι της Αθήνας», εξασφαλίζοντας τις υπηρεσίες του διάσημου Γάλλου φωτιστή
Pierre Bideau και αναλαμβάνοντας τη χρηματοδότηση όλων των απαραίτητων μελετών.
Το 2004, ο Μιχάλης Κακογιάννης συνέστησε το κοινωφελές ίδρυμα με την επωνυμία «
Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης» με σκοπό τη μελέτη, υποστήριξη και διάδοση των τεχνών του θεάτρου και του κινηματογράφου, καθώς και την καταγραφή και διαφύλαξη των δημιουργημάτων των τεχνών αυτών, ενώ το φθινόπωρο του 2009 ξεκίνησε η λειτουργία του Πολιτιστικού Κέντρου του Ιδρύματος που βρίσκεται στην οδό Πειραιώς 206, στον Ταύρο.
Για την προσφορά και το έργο του, ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις στην Ελλάδα, την Κύπρο και το εξωτερικό. Έχει τιμηθεί με τον Ταξιάρχη του Χρυσού Φοίνικα (Ελλάδα), τον Ταξιάρχη των Γραμμάτων και Τεχνών (Γαλλία), τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Μακαρίου του Γ’ (Κύπρος) και το Special Grand Prix of the Americas (Μόντρεαλ). Έχει βραβευτεί από την
Ακαδημία Αθηνών για την προσφορά του στο έθνος, από το
Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το συνολικό έργο του, για έργο ζωής στα Ιεροσόλυμα, για έργο ζωής από το
American Hellenic Institute στην Ουάσιγκτον και στο Κάιρο. Έχει ανακηρυχθεί Επίτιμος Δημότης στη Λεμεσό, στο Montpellier (Γαλλία) και στο Ντάλας (Τέξας, Η.Π.Α.) και έχει αναγορευθεί Διδάκτωρ Τεχνών στο
Columbia College (
Σικάγο,
Η.Π.Α.), Επίτιμος Διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Πανεπιστήμιο Κύπρου καθώς και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
[2]
Σκηνοθετικό έργο
Αναγνωρισμένος και βραβευμένος διεθνώς, ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει να επιδείξει ένα μοναδικό έργο στον Κινηματογράφο, το Θέατρο και την Όπερα. Από το 1950 έως το 2005 σκηνοθέτησε 15 ταινίες, 36 θεατρικά έργα και 7 όπερες στην Ελλάδα, τις Η.Π.Α. και την Ευρώπη.
"Eγώ κρατάω τα μάτια μου ανοιχτά κι εμπνέομαι είτε από έργα κλασικά που είναι σύντροφοι της ζωής μου ή από γεγονότα ζωντανά της επικαιρότητας. Δεν υπάρχει μία ενιαία γραφή [στο έργο μου], διότι εγώ προσπαθώ να μη σερβίρω τα έντερά μου στον κόσμο. Υπάρχουν σκηνοθέτες που έχουν μια μυωπική αντίληψη του κόσμου κι αυτήν σερβίρουν κατ' επανάληψη. Κάθε φορά που κάνω ταινία έχω ερέθισμα. Δεν κάνω ταινίες για να τις προσθέσω στο βιογραφικό μου. Αυτό νομίζω ότι βγαίνει σαφώς από την αρχή της καριέρας μου. Και με τη Στέλλα βγαίνει ο φεμινισμός και το Κορίτσι με τα μαύρα δείχνει την καταπίεση στην επαρχία, οι τραγωδίες πάλι είναι πάντα σύγχρονες. Όλες οι ταινίες που σκηνοθέτησα είχαν και έχουν αντίκρισμα στην πραγματικότητα. Και βέβαια, επειδή σέβομαι τρομερά τους μεγάλους συγγραφείς, είναι τιμή μου να συνεργάζομαι μαζί τους. Και με τον
Ευριπίδη συνεργάσθηκα και συχνά συνεργάζομαι με τον
Σαίξπηρ, γιατί ανεβάζω έργα του στο θέατρο", Μιχάλης Κακογιάννης
[3]
Κινηματογράφος
Έτος/Τίτλος
Συμμετοχές σε φεστιβάλ και βραβεύσεις
1954
Κυριακάτικο ξύπνημα
Βραβείο Diploma of Merit στο φεστιβάλ του Εδιμβούργου
1955
Στέλλα
Παρουσιάστηκε στο
Φεστιβάλ των Καννών το 1955,
Βραβείο
χρυσής σφαίρας καλύτερης ξένης ταινίας από την επιτροπή ανταποκριτών ξένου τύπου στο
Hollywood το 1955.
1956
Το κορίτσι με τα μαύρα
Παρουσιάστηκε στο φεστιβάλ των Καννών το 1956. Βραβείο χρυσής σφαίρας καλύτερης ξένης ταινίας από την επιτροπή ανταποκριτών ξένου τύπου στο Hollywood. Ασημένιο βραβείο στο φεστιβάλ της Μόσχας το 1958.
1958
Το τελευταίο ψέμα
Παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ των Κανών το 1958, στο φεστιβάλ της Μελβούρνης το 1959 και στο φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο το 1959. Βραβείο κριτικών Αγγλίας το 1959.
1960
Eroica
Συμμετείχε στα φεστιβάλ
Βερολίνου και Λονδίνου το 1960, το 1961 κέρδισε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας.
1961
Χαμένο Κορμί
Επιλογή στο φεστιβάλ Καννών
1962
Ηλέκτρα
Συμμετοχή στο Φεστιβάλ των Καννών το 1962: Βραβείο καλύτερης κινηματογραφικής προσαρμογής, ήχου, Βραβείο διεθνούς ενώσεως νέων. Θεσσαλονίκη 1962: βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, α' γυναικείου ρόλου. Ένωση Ελλήνων Κριτικών: βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, α' & β γυναικείου ρόλου, α' ανδρικού, καλύτερης μουσικής. Βραβεία στα φεστιβάλ του Εδιμβούργου (1962), του Ακαπούλκο (1962), του Βερολίνου (1963). Υποψηφιότητα για
Oscarκαλύτερης ξένης ταινίας (1962) και εκτός από την υποψηφιότητα για Οscar πήρε συνολικά 25 διεθνείς διακρίσεις.
1964
Αλέξης Ζορμπάς
7 υποψηφότητες για Oscar (τανίας, σκηνοθεσίας, διασκευασμένου σεναρίου, φωτογραφίας, σκηνογραφίας, α΄ανδρικού ρόλου και β΄γυναικείου ρόλου. 5 υποψηφιότητες για Χρυσή Σφαίρα και Βραβείο Διεθνούς Κριτικής
1967
Όταν τα ψάρια βγήκαν στη στεριά
Βραβείο Διεθνούς Οργανισμού Ειρήνης
1971
Τρωάδες
Βραβείο Διεθνούς Οργανισμού Ειρήνης
1974
Αττίλας '74
Βραβείο Καλυτερου Ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, Φλωρεντία
1976
Ιφιγένεια
Υποψηφιότητα για Oscar καλύτερης ξενόγλωσσης παραγωγής. 3 βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης
1986
Γλυκειά πατρίδα
1992
Πάνω, κάτω και πλαγίως
1999
Ο βυσσινόκηπος
Κρατικά βραβεία ΥΠΠΟ 1999 Βραβείο Καλύτερης Φωτογραφίας Καλύτερων Σκηνικών Καλύτερων Κοστουμιών
Θέατρο
Έτος/Τίτλος
1954
Μια Γυναίκα Χωρίς σημασία
1954
Γαλάζιο Φεγγάρι
1956
Ο Αριστοκρατικός Δρόμος
1956
Βροχοποιός
1957
Gigi
1959
Η Κυρία με τις Καμέλιες
1962
Όμορφη Πόλη
1963 (13-14 Ιουλίου)
Τρωάδες
1963-1965
Τρωάδες
1964
Ξυπόλητη στο Πάρκο
1965
Ξωτικά μέσα στη Νύχτα
1965-1966
Τρωάδες
1966
Δαίμονες
1968
Ιφιγένεια εν Αυλίδι
1968-1970
Ρωμαίος και Ιουλιέτα
1972
Λυσιστράτη
1973
Οιδίπους Τύραννος
1975
Δεσποινίς Μαργαρίτα
1977
Βάκχες
1981
Σουίτα για Δύο
1982
Οι Τρεις Αδερφές
1983-1985
Ζορμπάς
1983
Ηλέκτρα
1989
Να Ντύσουμε τους Γυμνούς
1990
Ναν
1994 (21-22 Ιουλίου)
Ες Γην Εναλίαν ...Κύπρος 20 Χρόνια Μετά
1995-1997
Τρωάδες
1997-1998
Master Class
2001-2002
Μήδεια
2002
Όλα απ'την αρχή
2003-2004
Άμλετ
2005
Λυσιστράτη
2005
Κοριολανός
Όπερα[
Έτος
Τίτλος
1967
Το Πένθος Ταιριάζει στην Ηλέκτρα
1972
Μποέμ
1982
Τραβιάτα
1987
Ιφιγένεια Εν Αυλίδι και Ιφιγένεια έν Ταύροις
1988, 1989, 1992
Η Μεγαλοψυχία του Τίτο
1994
Η Μεγαλοψυχία του Τίτο
1995
Μήδεια
Συγγραφικό Έργο
Εκτός από το σκηνοθετικό του έργο, ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει γράψει πολλά σενάρια και έχει μεταφράσει στα ελληνικά και αγγλικά γνωστά θεατρικά έργα.
Στις ταινίες που σκηνοθέτησε έχει γράψει ο ίδιος και το σενάριο, εκτός από το σενάριο της «Ερόικα», στη συγγραφή του οποίου συμμετείχε η
Τζέιν Κόμπ, και το σενάριο για το «Χαμένο Κορμί» που το έγραψε μαζί με τον
Φρέντερικ Ουέικμαν. Έχει γράψει και άλλα σενάρια για ταινίες οι οποίες δεν γυρίστηκαν ποτέ, καθώς και σενάρια θεατρικών έργων που δεν ανέβασε, ενώ έχει εκδώσει τα σενάρια: «Στέλλα» (1990) και «Τρωάδες» (1973).
Ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει επίσης μεταφράσει στα ελληνικά και έχει εκδώσει τα έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ: «Άμλετ» (1965), «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» (1980), «Κοριολανός» (1990) και «Οθέλλος» (2001), όπως και τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη (1995), ενώ έχει μεταφράσει στα αγγλικά και τις «Βάκχες» του Ευριπίδη (1982). Έχει εκδώσει επίσης το αφήγημα «Δηλαδή» (1990).
Ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει γράψει, μεταξύ άλλων, τους στίχους από δύο πολύ γνωστά ελληνικά τραγούδια: το «Αγάπη που ‘γινες δίκοπο μαχαίρι» (συνθέτης:
Μάνος Χατζιδάκις, τραγούδι:
Μελίνα Μερκούρη) και το «Εφτά τραγούδια θα σου πω» (συνθέτης: Μάνος Χατζιδάκις, τραγούδι: Μελίνα Μερκούρη) που ακούστηκαν για πρώτη φορά το 1955 στην ταινία του «Στέλλα».
[4]
Πηγή
"Who's Who 1979" σ.229.
Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου
Βιβλιογραφία
Ελίζα-Αννα Δελβερούδη, "Μια τραγωδία και μια ταινία. Η Ηλέκτρα του Μιχάλη Κακογιάννη", Νίκος Καραναστάσης (επιμ.), Κύκλος Ηλέκτρα, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών 2007, σ. 25-33.
Παραπομπές
1 «Έφυγε» σε ηλικία 90 ετών ο Μιχάλης Κακογιάννης, in.gr
2 «Βιογραφικό».
3 «Σκηνοθετικό Έργο».
4 «Συγγραφικό Έργο».
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
«Μιχάλης Κακογιάννης, διεθνής και Έλληνας», άρθρο στον ιστότοπο της εφημερίδας «Η Καθημερινή», 26 Ιουλίου 2011.
«Μιχάλης Κακογιάννης, the Greek», άρθρο στον ιστότοπο της εφημερίδας «Η Καθημερινή», 1 Αυγούστου 2011.
Μιχάλης Κακογιάννης (Αρχείο ντοκιμαντέρ της
Δημόσιας Τηλεόρασης - πρώην
Ε.Ρ.Τ.)
Μιχάλης Κακογιάννης 1955 (Αρχείο ντοκιμαντέρ της
Δημόσιας Τηλεόρασης - πρώην
Ε.Ρ.Τ.)
Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης